ΤΡΑΣΤΟΥΖΟΥΜΑΜΠΗ(Trastuzumab)
|
Herceptin /Roche
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Herceptin 150 mg
Κόνις για πυκνό διάλυµα για παρασκευή διαλύµατος προς έγχυση
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
1 φιαλίδιο περιέχει 150 mg τραστουζουµάµπη, ενός εξανθρωποποιηµένου µονοκλωνικού αντισώµατος IgG1, το οποίο παρασκευάζεται από µια κυτταρική γραµµή θηλαστικού (Chinese hamster ovary, CHO) µε συνεχή διήθηση. Το ανασυσταθέν διάλυµα Herceptin περιέχει 21 mg/ml τραστουζουµάµπη.
Για τα έκδοχα, βλ. λήµµα 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Κόνις για πυκνό διάλυµα για παρασκευή διαλύµατος προς έγχυση. Το Herceptin είναι µια λευκή προς ελαφρά κίτρινη λυόφιλη σκόνη.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Herceptin ενδείκνυται για τη θεραπεία ασθενών µε µεταστατικό καρκίνο µαστού των οποίων οι όγκοι υπερεκφράζουν το HER2:
α) ως µονοθεραπεία για τους ασθενείς που έχουν λάβει τουλάχιστον δύο χηµειοθεραπευτικούς παράγοντες για τη µεταστατική τους νόσο. Η προηγούµενη χηµειοθεραπεία θα πρέπει να είχε συµπεριλάβει τουλάχιστον µια ανθρακυκλίνη και µια ταξάνη, εκτός αν οι ασθενείς είναι ακατάλληλοι για αυτές τις αγωγές. Οι θετικοί για ορµονικούς υποδοχείς ασθενείς θα πρέπει επίσης να έχουν αποτύχει στην ορµονική θεραπεία, εκτός αν οι ασθενείς είναι ακατάλληλοι για αυτές τις αγωγές.
β) σε συνδυασµό µε πακλιταξέλη για τη θεραπεία των ασθενών που δεν έχουν λάβει χηµειοθεραπεία για τη µεταστατική τους νόσο και για τους οποίους δεν είναι κατάλληλη µια ανθρακυκλίνη.
γ) σε συνδυασµό µε ντοσεταξέλη για τη θεραπεία των ασθενών που δεν έχουν λάβει χηµειοθεραπεία για τη µεταστατική τους νόσο.
Το Herceptin θα πρέπει να χρησιµοποιείται µόνο σε ασθενείς οι όγκοι των οποίων υπερεκφράζουν το HER2 σε επίπεδο 3+ όπως προσδιορίζεται από την ανοσοϊστοχηµεία (βλέπε 4.4 και 5.1).
4.2 ∆οσολογία και τρόπος χορήγησης
Ο έλεγχος του HER2 είναι απαραίτητος πριν την έναρξη της θεραπείας µε Herceptin (βλέπε 4.4 και 5.1). Η θεραπεία µε Herceptin θα πρέπει να ξεκινά µόνο από γιατρό έµπειρο στη χορήγηση κυτταροτοξικής χηµειοθεραπείας (βλέπε 4.4). Οι ακόλουθες δόσεις εφόδου και οι επακόλουθες δόσεις συνιστώνται για χρήση κατά τη µονοθεραπεία καθώς και σε συνδυασµό µε πακλιταξέλη ή ντοσεταξέλη.
∆όση εφόδου
Η συνιστώµενη αρχική δόση εφόδου του Herceptin είναι 4 mg/kg σωµατικού βάρους.
Επακόλουθες δόσεις
Η συνιστώµενη εβδοµαδιαία δόση του Herceptin είναι 2 mg/kg σωµατικού βάρους, ξεκινώντας µια εβδοµάδα µετά τη δόση εφόδου.
Τρόπος χορήγησης
Το Herceptin χορηγείται ως ενδοφλέβια έγχυση διάρκειας 90 λεπτών. Οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται για έξι τουλάχιστον ώρες µετά την έναρξη της πρώτης έγχυσης και για δύο ώρες µετά την έναρξη των επακόλουθων εγχύσεων για συµπτώµατα όπως πυρετός και ρίγη ή άλλα συµπτώµατα σχετιζόµενα µε την έγχυση (βλέπε 4.4 και 4.8). Η διακοπή της έγχυσης µπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο αυτών των συµπτωµάτων. Η έγχυση µπορεί να επαναληφθεί όταν τα συµπτώµατα υποχωρήσουν.
Εάν η αρχική δόση εφόδου ήταν καλά ανεκτή, οι επακόλουθες δόσεις µπορούν να χορηγηθούν ως έγχυση διάρκειας 30 λεπτών. Θα πρέπει να είναι διαθέσιµος εξοπλισµός αντιµετώπισης καταστάσεων επείγουσας ανάγκης.
Να µη χορηγείται µε ταχεία ή bolus ενδοφλέβια ένεση.
Για τις οδηγίες χρήσης και χειρισµού ανατρέξατε στο λήµµα 6.6.
Χορήγηση σε συνδυασµό µε πακλιταξέλη ή ντοσεταξέλη
Στις πιλοτικές µελέτες, η πακλιταξέλη ή η ντοσεταξέλη χορηγήθηκαν την επόµενη µέρα µετά την πρώτη δόση Herceptin (για τη δόση, βλέπε την Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος για την πακλιταξέλη ή τη ντοσεταξέλη) και αµέσως µετά τις επακόλουθες δόσεις του Herceptin εάν η προηγούµενη δόση του Herceptin ήταν καλά ανεκτή.
∆ιάρκεια της θεραπείας
Το Herceptin θα πρέπει να χορηγείται µέχρι την εξέλιξη της νόσου.
Μείωση της δόσης
Κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιµών δεν πραγµατοποιήθηκαν µειώσεις στη δόση του Herceptin. Κατά τη διάρκεια των περιόδων της µυελοκαταστολής η οποία οφείλεται στη χηµειοθεραπεία και που είναι αναστρέψιµη, οι ασθενείς µπορούν να συνεχίσουν τη θεραπεία µε Herceptin, θα πρέπει όµως κατά το διάστηµα αυτό να παρακολουθούνται προσεκτικά για επιπλοκές της ουδετεροπενίας. Για πληροφορίες σχετικά µε τη µείωση ή την καθυστέρηση της δόσης, ανατρέξατε στην Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος για την πακλιταξέλη ή τη ντοσεταξέλη.
Ειδικοί πληθυσµοί ασθενών
Τα κλινικά δεδοµένα δείχνουν ότι η κατανοµή του Herceptin δεν αλλάζει µε βάση την ηλικία ή την κρεατινίνη του ορού (βλέπε 5.2). Στις κλινικές δοκιµές, οι ηλικιωµένοι ασθενείς δεν έλαβαν µειωµένες δόσεις του Herceptin. ∆εν έχουν διεξαχθεί ειδικές φαρµακοκινητικές µελέτες σε ηλικιωµένους ασθενείς και σε ασθενείς µε νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία. Ωστόσο, σε µια ανάλυση φαρµακοκινητικής επί του πληθυσµού, η ηλικία και η νεφρική δυσλειτουργία δεν έδειξαν να επηρεάζουν την κατανοµή της τραστουζουµάµπης.
Παιδιατρική χρήση
Η ασφάλεια και η αποτελεσµατικότητα του Herceptin σε ασθενείς κάτω των 18 ετών δεν έχει τεκµηριωθεί.
4.3 Αντενδείξεις
Ασθενείς µε γνωστή υπερευαισθησία στην τραστουζουµάµπη, σε πρωτεΐνες µυός ή σε κάποιο από τα έκδοχα. Ασθενείς µε σοβαρή δύσπνοια κατά την ηρεµία που οφείλεται σε επιπλοκές της προχωρηµένης κακοήθειας ή που χρειάζονται συµπληρωµατική αγωγή µε οξυγόνο.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση
Οι δοκιµασίες για την υπερέκφραση HER2 θα πρέπει να πραγµατοποιούνται σε εξειδικευµένο εργαστήριο, το οποίο µπορεί να διασφαλίσει επαρκή εγκυρότητα των διαδικασιών της δοκιµασίας (βλέπε 5.1). Η χρήση του Herceptin συσχετίζεται µε καρδιοτοξικότητα. Όλοι οι υποψήφιοι για αγωγή θα πρέπει να υποβάλλονται σε προσεκτική καρδιακή παρακολούθηση (βλέπε ακολούθως λήµµα"καρδιοτοξικότητα"). Ο κίνδυνος καρδιοτοξικότητας είναι µεγαλύτερος όταν το Herceptin χρησιµοποιείται σε συνδυασµό µε ανθρακυκλίνες. Συνεπώς, δε θα πρέπει να χρησιµοποιείται ταυτόχρονα συνδυασµός Herceptin και ανθρακυκλινών, εκτός από περιπτώσεις καλώς ελεγχόµενου περιβάλλοντος κλινικών δοκιµών µε καρδιολογική παρακολούθηση. Οι ασθενείς που έχουν προηγουµένως λάβει ανθρακυκλίνες διατρέχουν επίσης κίνδυνο καρδιοτοξικότητας µε την αγωγή µε Herceptin, αν και ο κίνδυνος αυτός είναι µικρότερος απ'ότι µε την ταυτόχρονη χρήση Herceptin και ανθρακυκλινών. Ο χρόνος ηµιζωής του Herceptin ανέρχεται σε, περίπου, 28,5 ηµέρες (διάστηµα εµπιστοσύνης 95%, 25,5 – 32,8 ηµέρες), γι’ αυτό και το Herceptin µπορεί να παραµείνει στην κυκλοφορία έως και 24 εβδοµάδες µετά τη διακοπή της θεραπείας µε αυτό. Οι ασθενείς που λαµβάνουν ανθρακυκλίνες µετά τη διακοπή του Herceptin µπορεί, πιθανώς, να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο καρδιοτοξικότητας. Οι ιατροί θα πρέπει να αποφεύγουν, εάν είναι δυνατόν, τη βασιζόµενη σε ανθρακυκλίνες θεραπεία για διάστηµα έως και 24 εβδοµάδων µετά τη διακοπή του Herceptin. Αν χρησιµοποιούνται ανθρακυκλίνες, η καρδιακή λειτουργία του ασθενούς θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά (βλέπε ακολούθως λήµµα"καρδιοτοξικότητα"). Σε ασθενείς που λαµβάνουν αγωγή µε Herceptin έχουν παρατηρηθεί σοβαρές ανεπιθύµητες αντιδράσεις που περιλαµβάνουν αντιδράσεις από την έγχυση, υπερευαισθησία, αλλεργικού τύπου αντιδράσεις και πνευµονικά συµβάµατα. Οι ασθενείς που παρουσιάζουν δύσπνοια κατά την ηρεµία που οφείλεται σε επιπλοκές της προχωρηµένης κακοήθειας και συνυπάρχοντες παράγοντες νοσηρότητας, πιθανόν να βρίσκονται σε αυξηµένο κίνδυνο µοιραίας αντίδρασης από την έγχυση. Οι σοβαρές αυτές αντιδράσεις σχετίστηκαν συνήθως µε την πρώτη έγχυση Herceptin και εµφανίζονταν γενικώς κατά τη διάρκεια της έγχυσης ή αµέσως µετά από αυτή. Σε µερικούς ασθενείς τα συµπτώµατα επιδεινώθηκαν προοδευτικά και οδήγησαν σε περαιτέρω πνευµονικές επιπλοκές. Έχει επίσης αναφερθεί αρχική βελτίωση, ακολουθούµενη από κλινική επιδείνωση και όψιµες αντιδράσεις µε ταχεία κλινική επιδείνωση. Έχουν εµφανιστεί θανατηφόρα περιστατικά εντός ωρών και έως µια εβδοµάδα µετά την έγχυση. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, η έναρξη των συµπτωµάτων από την έγχυση ή τα πνευµονικά συµπτώµατα παρατηρήθηκαν στους ασθενείς µετά την παρέλευση περισσότερων των έξι ωρών από την έναρξη της έγχυσης Herceptin. Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται για την πιθανότητα µιας τέτοιας όψιµης έναρξης και θα πρέπει να καθοδηγούνται όπως επικοινωνούν µε το γιατρό τους, σε περίπτωση εµφάνισης τέτοιων συµπτωµάτων.
Αντιδράσεις από την έγχυση, αλλεργικού τύπου αντιδράσεις και υπερευαισθησία
Σοβαρές ανεπιθύµητες αντιδράσεις από την έγχυση Herceptin, οι οποίες έχουν ασυνήθως αναφερθεί, περιλαµβάνουν δύσπνοια, υπόταση, συριγµό, υπέρταση, βρογχόσπασµο, ταχυκαρδία, µειωµένο κορεσµό οξυγόνου, αναφυλαξία, αναπνευστική δυσχέρεια, κνίδωση και αγγειοοίδηµα (βλέπε 4.8). Η πλειονότητα αυτών των συµβαµάτων παρατηρείται κατά τη διάρκεια ή εντός 2,5 ωρών από την έναρξη της πρώτης έγχυσης. Σε περίπτωση εµφάνισης αντίδρασης από την έγχυση, η έγχυση Herceptin θα πρέπει να διακόπτεται και ο ασθενής να παρακολουθείται µέχρις ότου υποχωρήσουν τα συµπτώµατα που τυχόν παρατηρήθηκαν (βλέπε 4.2). Τα συµπτώµατα υποχώρησαν στην πλειοψηφία των ασθενών και τούτοι έλαβαν ακολούθως περαιτέρω εγχύσεις Herceptin. Οι σοβαρές αντιδράσεις έχουν αντιµετωπιστεί επιτυχώς µε υποστηρικτική θεραπεία, όπως οξυγόνο, βήτα-αδρενεργικούς αναστολείς και κορτικοστεροειδή. Σε σπάνιες περιπτώσεις οι αντιδράσεις αυτές σχετίστηκαν µε κλινική πορεία που κορυφώθηκε µε µοιραία έκβαση. Οι ασθενείς που παρουσιάζουν δύσπνοια κατά την ηρεµία που οφείλεται σε επιπλοκές της προχωρηµένης κακοήθειας και σε συνυπάρχοντες παράγοντες νοσηρότητας µπορεί να βρίσκονται σε αυξηµένο κίνδυνο µοιραίας αντίδρασης προς την έγχυση. Ως εκ τούτου, οι ασθενείς αυτοί δε θα πρέπει να αντιµετωπίζονται µε Herceptin (βλέπε 4.3).
Πνευµονικά συµβάµατα
Μετά την κυκλοφορία του προϊόντος έχουν, σπανίως, αναφερθεί σοβαρά πνευµονικά συµβάµατα µε τη χρήση Herceptin (βλέπε 4.8). Τα σπάνια αυτά συµβάµατα ήταν σε ορισµένες περιπτώσεις µοιραία. Επιπροσθέτως, έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις πνευµονικών διηθήσεων, συνδρόµου οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας, πνευµονίας, πνευµονίτιδας, υπεζωκοτικών συλλογών, αναπνευστικής δυσχέρειας, οξέος πνευµονικού οιδήµατος και αναπνευστικής ανεπάρκειας. Τα συµβάµατα αυτά µπορεί να αποτελούν µέρος της αντίδρασης που σχετίζεται µε την έγχυση ή να έχουν όψιµη έναρξη. Οι ασθενείς που παρουσιάζουν δύσπνοια κατά την ηρεµία που οφείλεται σε επιπλοκές της προχωρηµένης κακοήθειας και συνυπάρχοντες παράγοντες νοσηρότητας, πιθανόν να βρίσκονται σε αυξηµένο κίνδυνο πνευµονικών συµβαµάτων. Ως εκ τούτου, οι ασθενείς αυτοί δε θα πρέπει να αντιµετωπίζονται µε Herceptin (βλέπε 4.3).
Καρδιοτοξικότητα
Έχει παρατηρηθεί καρδιακή ανεπάρκεια (New York Heart Association [NYHA] τάξης ΙΙ-ΙV) σε ασθενείς που ελάµβαναν µονοθεραπεία µε Herceptin ή σε συνδυασµό µε πακλιταξέλη ή ντοσεταξέλη, ιδιαίτερα µετά από χηµειοθεραπεία που περιλαµβάνει ανθρακυκλίνες (δοξορουβικίνη ή επιρουβικίνη). Αυτή µπορεί να είναι µέτρια έως σοβαρή και έχει σχετισθεί µε θάνατο (βλέπε 4.8). Όλοι οι υποψήφιοι για αγωγή µε Herceptin, ειδικότερα όµως εκείνοι µε προηγούµενη έκθεση σε ανθρακυκλίνη και κυκλοφωσφαµίδη (AC), θα πρέπει να υποβάλλονται πριν τη θεραπεία σε αξιολόγηση της καρδιακής λειτουργίας που περιλαµβάνει λήψη ιστορικού και κλινική εξέταση, ΗΚΓ, ηχοκαρδιογράφηµα και/ή ραδιοϊσοτοπική κοιλιογραφία (MUGA scan). Η προσεκτική αξιολόγηση το&